ΠΡΟΕΔΡΙΚΗ ΥΠΟΔΟΧΗ [4 Μαΐου 2001]
“Η Ελλάδα να συνεχίσει να προσφέρει νέες και θαυμαστές δωρεές στην ευρωπαϊκή ήπειρο και στην κοινωνία των εθνών.”
|
Αντιφώνηση του Αγίου Πατρός
προς τον Πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας
Προεδρικό Μέγαρο,
4 Μαΐου 2001
Κύριε Πρόεδρε,
1. Σας ευχαριστώ για τα ευγενικά λόγια με τα οποία μου απευθύνατε το καλώς ορίσατε. Είμαι βαθύτατα ευτυχής με την ευκαιρία αυτή να σας χαιρετίσω και δια του προσώπου σας, να χαιρετίσω εγκάρδια τα μέλη της Κυβερνήσεως και των διπλωματικών αντιπροσωπειών. Διατηρώ με συγκίνηση το ενθύμιο, Κύριε Πρόεδρε, της επίσκεψής σας στο Βατικανό τον περασμένο Ιανουάριο και σας ευχαριστώ για την πρόσκλησή σας να έλθω στην Ελλάδα. Επίσης, δια μέσου εσάς, απευθύνω τους εγκάρδιους χαιρετισμούς μου προς όλο το λαό της χώρας σας, επιθυμώντας έτσι να αναγνωρίσω το χρέος που έχομε όλοι προς την Ελλάδα. πράγματι, κανείς δεν μπορεί να αγνοήσει τη διαρκή επίδραση την οποία η μοναδική ιστορία της και ο πολιτισμός της είχαν επί του ευρωπαϊκού πολιτισμού ως και επί του συνόλου του κόσμου.
Τον περασμένο χρόνο, οι χριστιανοί εόρτασαν παντού τη δισχιλιοστή επέτειο της γέννησης του Χριστού. Είχα μια ζωηρή επιθυμία να σφραγίσω το γεγονός αυτό ως προσκυνητής στους τόπους που συνδέονται με την ιστορία της σωτηρίας. αυτό πραγματοποιήθηκε με το προσκύνημά μου στο Όρος Σινά και στους Αγίους Τόπους. Τώρα, έρχομαι ως προσκυνητής στην Ελλάδα, στα βήματα του Αγίου Παύλου, του οποίου η σπουδαία μορφή κυριαρχεί στις δύο χιλιετίες της χριστιανικής ιστορίας και του οποίου η μνήμη παραμένει για πάντα χαραγμένη στο έδαφος αυτής της χώρας. Εδώ, στην Αθήνα, ο Παύλος ίδρυσε μια από τις πρώτες κοινότητες του κατά τον περίπλουν του στη Δύση και την αποστολή του στην ευρωπαϊκή ήπειρο. εδώ, εργάσθηκε ακούραστα για να κάνει γνωστό το Χριστό. εδώ, υπέφερε για να αναγγείλει το Ευαγγέλιο. πώς να μη θυμηθούμε ότι εδώ ακριβώς, στην πόλη των Αθηνών, εγκαινίασε για πρώτη φορά το διάλογο μεταξύ του χριστιανικού μηνύματος και του ελληνικού πολιτισμού, διάλογο ο οποίος διαμόρφωσε σταθερά τον ευρωπαϊκό πολιτισμό.
2. Πολύ προ της χριστιανικής εποχής, η επίδραση της Ελλάδος ήταν ευρέως διαδεδομένη. Στην ίδια τη βιβλική γραμματεία, τα τελευταία βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης, ορισμένα γραμμένα στην ελληνική, είναι βαθύτατα σημαδεμένα από τον ελληνικό πολιτισμό. Η ελληνική μετάφραση της Παλαιάς Διαθήκης, γνωστή με το όνομα των Εβδομήκοντα, άσκησε μεγάλη επίδραση στην Αρχαιότητα. Ο κόσμος με τον οποίο ο Ιησούς ήλθε σε επαφή ήταν ευρέως εμποτισμένος από τον ελληνικό πολιτισμό. Ως προς τα κείμενα της Καινής Διαθήκης, διαδόθηκαν στην ελληνική, πράγμα που επέτρεψε να εξαπλωθούν ταχύτερα. Αλλά επρόκειτο για κάτι πέραν μιας απλής υπόθεσης γλώσσας. οι πρώτοι χριστιανοί προσέφυγαν επίσης στον ελληνικό πολιτισμό για να μεταδώσουν το ευαγγελικό μήνυμα.
Βέβαια, οι πρώτες συναντήσεις μεταξύ των χριστιανών και του ελληνικού πολιτισμού υπήρξαν δύσκολες. Συναντάμε μια ένδειξη στην υποδοχή που επιφυλάχθηκε στον Παύλο όταν εκήρυξε στον Άρειο Πάγο (Πραξ. 17, 16-34). Παρόλο που απαντώντας στη βαθειά αναμονή του αθηναϊκού λαού σε αναζήτηση του αληθινού Θεού, δεν κατέστη σ’αυτόν εύκολο να αναγγείλει το θανόντα και αναστάντα Χριστό, δεικνύοντας ότι στο Χριστό ευρίσκεται η πλήρης έννοια της ζωής και το τέλος ολόκληρης της θρησκευτικής εμπειρίας. Θα επανέλθουν οι πρώτοι Απολογητές, όπως ο μάρτυρας άγιος Ιουστίνος, για να δείξουν ότι είναι δυνατή μια καρποφόρα συνάντηση ανάμεσα στη λογική και στην πίστη.
3. Μόλις παρήλθε η πρώτη δυσπιστία, οι χριστιανοί συγγραφείς άρχισαν να θεωρούν τον ελληνικό πολιτισμό ως ένα σύμμαχο παρά εχθρό, και μεγάλα κέντρα του ελληνικού χριστιανισμού είδαν το φως γύρω από τη Μεσόγειο. Διατρέχοντας τις πολυσήμαντες σελίδες του Αυγουστίνου Ιππώνης και του Διονυσίου Αρεοπαγίτου, βλέπουμε ότι η χριστιανική θεολογία και μυστικισμός άντλησαν στοιχεία του διαλόγου με την πλατωνική φιλοσοφία. Συγγραφείς όπως ο Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός, οι οποίοι ήσαν εμποτισμένοι με την ελληνική ρητορική, ήσαν ικανοί να δημιουργήσουν μια ελληνική γραμματεία άξια του κλασικού παρελθόντος της. Προοδευτικά, ο ελληνικός κόσμος κατέστη χριστιανικός και ο χριστιανισμός, κατά κάποια έννοια, ελληνικός. έπειτα γεννήθηκαν ο βυζαντινός πολιτισμός στην Ανατολή και ο πολιτισμός του Μεσαίωνα στη Δύση, και οι δυο εξίσου εμποτισμένοι με τη χριστιανική πίστη και τον ελληνικό πολιτισμό. Και πώς να μην αναφερθεί το εγχείρημα του Αγίου Θωμά του Ακυνάτη, ο οποίος, εντρυφώντας στη μελέτη των έργων του Αριστοτέλη, παρουσίασε μια αυθεντική θεολογική και φιλοσοφική σύνθεση.
Στο ζωγραφικό έργο του Ραφαέλο “Η Σχολή των Αθηνών”, που ευρίσκεται στο Μέγαρο του Βατικανού, διαφαίνεται καθαρά η συμβολή της Σχολής των Αθηνών στην τέχνη και στον πολιτισμό της Αναγέννησης, περιόδου κατά την οποίαν είχε επιτευχθεί μια μεγάλη συμβίωση ανάμεσα στην κλασσική Αθήνα και τον πολιτισμό της χριστιανικής Ρώμης.
4. Ο ελληνισμός χαρακτηρίζεται από μια παιδαγωγική φροντίδα προς την νεολαία. Ο Πλάτων επέμενε στην ανάγκη να διαμορφωθεί η ψυχή των νέων προς το αγαθό και προς ό,τι είναι τίμιο, ως και προς το σεβασμό των θείων αρχών. Πόσοι φιλόσοφοι και έλληνες συγγραφείς, αρχίζοντας από το Σωκράτη, Αισχύλο και Σοφοκλή δεν προσκάλεσαν τους συγχρόνους τους να ζουν “σύμφωνα με τις αρετές”! Οι άγιοι Βασίλειος και Χρυσόστομος δεν θα παραλείψουν να εξυμνήσουν την αξία της ελληνικής παιδαγωγικής παράδοσης, για την φροντίδα της να καλλιεργήσει το ηθικό αίσθημα των νέων, βοηθώντας τους να επιλέγουν ελεύθερα το αγαθό.
Οι θεμελιώδεις αρχές της μακράς αυτής παράδοσης παραμένουν ισχυρές και αξιόλογες για τους ανθρώπους και τους νέους της εποχής μας. Μεταξύ των πλέον καταξιωμένων στοιχείων, παραμένουν οι ηθικές όψεις που περιέχονται στον όρκο του Ιπποκράτη, ο οποίος προσδίδει αξία στον απόλυτο σεβασμό της ανθρώπινης ζωής στη μητρική γαστέρα.
Η Ελλάδα είναι επίσης η χώρα όπου γεννήθηκαν οι δύο μεγάλες αθλητικές παραδόσεις, οι ολυμπιακοί αγώνες και ο μαραθώνιος δρόμος. Δια μέσου των αγώνων αυτών, διαφαίνεται η σημαντική έννοια του ανθρωπίνου προσώπου, μέσα από την αρμονία της πνευματικής και της σωματικής διάστασης, διαμέσου μιας ισόρροπης προσπάθειας, εμποτισμένης από ηθικές και πολιτιστικές αξίες. Δεν μπορούμε παρά να χαρούμε βλέποντας να συνεχίζονται τα αγωνίσματα αυτά, τα οποία δημιουργούν στενούς δεσμούς μεταξύ των λαών ολόκληρης της γης.
5. Η ενσωμάτωση του Ευαγγελίου στον ελληνικό κόσμο παραμένει παράδειγμα για την ενσωμάτωσή του σε κάθε πολιτισμό. Στις σχέσεις με τον ελληνικό πολιτισμό, η διάδοση του Ευαγγελίου κατέβαλε προσπάθειες επάγρυπνης διάκρισης, για να αποδεχθεί και να αξιοποιήσει όλα τα θετικά του στοιχεία, αποκρούοντας συγχρόνως τις ασυμβίβαστες εκείνες πλευρές με το χριστιανικό μήνυμα. Ευρισκόμεθα ενώπιον μιας διαρκούς πρόκλησης για το άγγελμα του Ευαγγελίου, στην επαφή του με τους πολιτισμούς και τις διαδικασίες κοσμοποίησης. Όλα αυτά μας καλούν σε ένα ειλικρινή με σεβασμό διάλογο, και απαιτούν νέα αλληλεγγύη που να μπορεί να εμπνεύσει η ευαγγελική αγάπη, οδηγώντας προς την εκπλήρωση του το ελληνικό ιδεώδες της κοσμοπόλεως, για έναν κόσμο πραγματικά ενωμένο, που να διακρίνεται από δικαιοσύνη και αδελφοσύνη.
Διανύουμε μια αποφασιστική περίοδο της ευρωπαϊκής ιστορίας. ελπίζω με όλες τις ευχές μου ότι η Ευρώπη που τώρα γεννιέται θα επανεύρει με ανανεωμένο και επινοητικό τρόπο τη μακρά αυτή παράδοση της συνάντησης μεταξύ του ελληνικού πολιτισμού και του χριστιανισμού, αποδεικνύοντας ότι δεν πρόκειται για υπολείμματα ενός εξαφανισμένου κόσμου, αλλ’ ότι σ’ αυτόν υπάρχουν οι αληθινές βάσεις της αυθεντικής ανθρώπινης προόδου που ευχόμεθα για τον κόσμο μας.
Στο αέτωμα του Ναού των Δελφών είναι χαραγμένες αυτές οι λέξεις: “γνώθι σ’αυτόν”. καλώ λοιπόν την Ευρώπη να γνωρίσει τον εαυτόν της σε πάντα μεγαλύτερο βάθος. Η γνώση αυτή του εαυτού της θα πραγματοποιηθεί μόνον εάν η Ευρώπη ανασκάψει εκ νέου τις ρίζες της ταυτότητάς της, ρίζες που πλέουν βαθειά στην ελληνική κλασσική κληρονομία και στην χριστιανική κληρονομία, οι οποίες οδήγησαν στην γέννηση ενός ανθρωπισμού θεμελιωμένου στη θεώρηση ότι κάθε ανθρώπινο πρόσωπο έχει δημιουργηθεί ήδη εξ αρχής κατ’ εικόνα και ομοίωση του Θεού.
6. Η γεωγραφία και η ιστορία έχουν τοποθετήσει τη χώρα σας, Κύριε Πρόεδρε, μεταξύ Ανατολής και Δύσεως, που σημαίνει ότι η φυσική κλήση της Ελλάδος είναι να οικοδομήσει γέφυρες και έναν πολιτισμό διαλόγου. Αυτό σήμερα είναι ουσιώδες για το μέλλον της Ευρώπης. Πολλά τείχη έπεσαν κατά τη σύγχρονη περίοδο, αλλά όμως ακόμη παραμένουν. Η προσπάθεια ενοποίησης μεταξύ των ανατολικών και δυτικών μερών της Ευρώπης παραμένει πολύπλοκη. πολλά ακόμη πρέπει να γίνουν ώστε να επιτευχθεί η αρμονία μεταξύ των χριστιανών Ανατολής και Δύσεως, και η Εκκλησία να μπορέσει να αναπνεύσει με τους δυο της πνεύμονες. Κάθε πιστός πρέπει να αισθανθεί την υποχρέωση για την επίτευξη αυτού του στόχου. Η Καθολική Εκκλησία παρούσα στην Ελλάδα εύχεται να συμμετάσχει ειλικρινά στην προαγωγή της ευγενούς αυτής υπόθεσης που έχει θετικές επιπτώσεις και στον κοινωνικό τομέα.
Υπό την άποψη αυτή, μια σημαντική συμβολή προσφέρεται από τα σχολεία, στα οποία διαπαιδαγωγούνται οι νέες γενιές. Το σχολείο είναι κατεξοχήν ο τόπος ολοκλήρωσης των νέων διαφόρων οριζόντων. Η Καθολική Εκκλησία, σε αρμονία με τις άλλες Εκκλησίες και θρησκευτικές ομολογίες, εύχεται να συνεργασθεί με όλους τους πολίτες για την παιδεία της νεότητας. Επιθυμεί να συνεχίσει τη μακρά μορφωτική της εμπειρία στη χώρα σας, ιδιαίτερα διαμέσου του έργου των Μαριανών Αδελφών και των Αδελφών των Χριστιανικών Σχολών, των Ουρσουλινών Αδελφών και των Αδελφών του Αγίου Ιωσήφ. Οι διάφορες μοναχικές κοινότητες απέδειξαν ότι γνωρίζουν, με λεπτότητα και σεβασμό των πολιτιστικών παραδόσεων των νέων που τους έχουν ανατεθεί, να μορφώνουν άνδρες και γυναίκες, για να είναι πραγματικοί Έλληνες ανάμεσα σε Έλληνες.
Στο τέλος της συνάντησής μας, σας ευχαριστώ ολόψυχα και πάλι, Κύριε Πρόεδρε, για την υποδοχή σας και εκφράζω συγχρόνως την ευγνωμοσύνη μου προς όλους όσους μου επέτρεψαν την πραγματοποίηση του προσκυνήματός μου στα βήματα του αγίου Παύλου. Ζητώ από τον Θεό να χορηγεί πάντα άφθονες τις Ευλογίες του στους κατοίκους της χώρας σας, ώστε, κατά την πορεία της τρίτης χιλιετίας, η Ελλάδα να συνεχίσει να προσφέρει νέες και θαυμαστές δωρεές στην ευρωπαϊκή ήπειρο και στην κοινωνία των εθνών!