“Η ειρήνη μαζί σας.
|
Ομιλία του Αγίου Πατέρα
στο Ιερό Συλλείτουργο Ο.Α.Κ.Α.,
5 Μαΐου 2001
Αγαπητοί Αδελφοί και Αδελφές,
1. “Ον ούν αγνούντες ευσεβείτε, τούτον εγώ καταγγέλλω υμίν” (Πραξ. 17, 23).
Αναφερόμενα στις Πράξεις των Αποστόλων, αυτά τα λόγια του Παύλου εκφωνηθέντα στον Άρειο Πάγο των Αθηνών αποτελούν ένα από τα πρώτα μηνύματα της χριστιανικής πίστεως στην Ευρώπη. “Αν εξετάσομε το ρόλο της Ελλάδος στη διάπλαση του αρχαίου πολιτισμού, κατανοούμε ότι η ομιλία αυτή του Παύλου μπορεί να θεωρηθεί ως το ίδιο το σύμβολο της συνάντησης του Ευαγγελίου με τον ανθρώπινο πολιτισμό” (Επιστολή Το προσκύνημα στους Τόπους τους συνδεδεμένους με την ιστορία της σωτηρίας, 29 Ιουνίου 1999, παρ. 9).
“Τοις ηγιασμένοις εν Χριστώ Ιησού, κλητοίς αγίοις, συν πάσι τοις επικαλουμένοις το όνομα τον Κυρίου ημών Ιησού Χριστού […] χάρις υμίν και ειρήνη από Θεού Πατρός ημών και Κυρίου Ιησού Χριστού” (A’ Κορ. 1,2-3). Με τα λόγια αυτά του Αποστόλου προς την κοινότητα της Κορίνθου, σας χαιρετίζω με αγάπη, όλους εσάς, επισκόπους, ιερείς και λαϊκούς καθολικούς που ζείτε στην Ελλάδα. Ευχαριστώ πρώτα απ’ όλα το Σεβασμιώτατο Νικόλαο Φώσκολο, αρχιεπίσκοπο των εν Αθήναις Καθολικών και Πρόεδρο της Συνόδου της Καθολικής Ιεραρχίας της Ελλάδος, για την υποδοχή και τους εγκάρδιους λόγους του. Συγκεντρωμένοι σήμερα το πρωί για την τέλεση της Αγίας Ευχαριστίας, θα ζητήσουμε από τον Απόστολο Παύλο να μάς δώσει τη θέρμη του στην πίστη και στην αγγελία του Ευαγγελίου σε όλα τα έθνη, όπως και τη φροντίδα του για την ενότητα της Εκκλησίας. Χαίρομαι για την παρουσία στη Θεία Λειτουργία πιστών άλλων χριστιανικών ομολογιών, οι οποίοι μαρτυρούν έτσι την προσοχή τους για τη ζωή της καθολικής κοινότητας και της κοινής αδελφοσύνης εν Χριστώ.
2. Ο Παύλος σαφώς υπενθυμίζει ότι δεν μπορούμε να κλείσουμε το Θεό στους ανθρώπινους τρόπους σκέψης και πράξης μας. Αν θέλουμε να δεχθούμε τον Κύριο, καλούμεθα στη μεταστροφή. Αυτή είναι η οδός που μάς έχει προταθεί, οδός που κάνει ν’ ακολουθήσουμε το Χριστό για να ζήσουμε όπως εκείνος, ως τέκνα εν τω Τέκνω. Μπορούμε τότε να επανεξετάσουμε την προσωπική μας πορεία και εκείνη της εκκλησίας ως μιας πασχαλινής εμπειρίας· πρέπει να εξαγνισθούμε για να εισέλθουμε πλήρως στο θείο θέλημα, αποδεχόμενοι ότι ο Θεός, δια της χάριτός του, μεταμορφώνει το είναι και την ύπαρξη μας, όπως συνέβη με την περίπτωση του Παύλου, ο οποίος, από διώκτης έγινε ιεραπόστολος (πρβλ. Γαλ. 1, 11-24). Διαβαίνομε έτσι δια της δοκιμασίας της Μεγάλης Παρασκευής, με τα βάσανα, με τις νύχτες της πίστεως, με τις αμοιβαίες ακατανοησίες. Ζούμε όμως επίσης στιγμές φωτός, όμοιες με την αυγή του Πάσχα, όπου ο Αναστάς μάς μεταδίδει τη χαρά του και μάς κάνει να φθάσουμε σε όλη την αλήθεια. Αντιμετωπίζοντας με αυτόν τον τρόπο την προσωπική μας ιστορία και την ιστορία της Εκκλησίας, δεν μπορούμε παρά να εμμείνουμε στην ελπίδα, βέβαιοι ότι ο Διδάσκαλος της ιστορίας μάς οδηγεί σε δρόμους που ο ίδιος μόνο γνωρίζει. Ας ζητήσουμε από το Άγιο Πνεύμα να μάς ωθήσει να είμαστε με τα λόγια και τις πράξεις μας μάρτυρες του Ευαγγελίου και της αγάπης του Θεού! Γιατί το Πνεύμα δημιουργεί τον ιεραποστολικό ζήλο στην Εκκλησία Του, είναι αυτό που καλεί και αποστέλλει, και αληθινός απόστολος είναι κυρίως ο άνθρωπος “που ακούει προσεκτικά”, υπηρέτης ευπειθής στην ενέργεια του Θεού.
3. Φέροντας στη μνήμη εδώ στην Αθήνα τη ζωή και τη δράση του Παύλου, σημαίνει ότι καλούμεθα να αναγγείλουμε το Ευαγγέλιο έως τα πέρατα της γης, προτείνοντας στους συγχρόνους μας τη σωτηρία που έφερε ο Χριστός και δεικνύοντάς τους τούς δρόμους της αγιότητας και του ορθού ηθικού βίου, που αποτελούν την ανταπόκριση στο κάλεσμα του Κυρίου. Το Ευαγγέλιο είναι μια παγκόσμια καλή αγγελία, που όλοι οι λαοί μπορούν να κατανοήσουν. Απευθυνόμενος στους Αθηναίους, ο Άγιος Παύλος δε θέλει τίποτε να αποκρύψει στα περί της πίστεως που έλαβε· οφείλει, όπως κάθε απόστολος, να διαφυλάξει πιστά την παρακαταθήκη (πρβλ. 2 Τιμ. 1, 14). Αν ξεκινά από τις συνήθεις αναφορές των ακροατών του και του τρόπου της σκέψης τους, το κάνει για να τους κάνει να κατανοήσουν το Ευαγγέλιο που έρχεται να τους φέρει. Ο Παύλος στηρίζεται στη φυσική γνώση περί Θεού και στη βαθειά πνευματική επιθυμία που μπορούν να έχουν οι συνομιλητές του για να τους προετοιμάσει να δεχθούν την αποκάλυψη του μοναδικού και αληθινού Θεού.
Αν μπόρεσε να αναφερθεί ενώπιον των Αθηναίων σε συγγραφείς της κλασσικής Αρχαιότητας, είναι γιατί, κατά κάποιο τρόπο, η προσωπική του παιδεία ήταν σφυρηλατημένη από τον ελληνισμό. Χρησιμοποίησε λοιπόν αυτό για να αναγγείλει το Ευαγγέλιο με λέξεις που να μπορέσουν να αγγίξουν τους ακροατές του (πρβλ. Πραξ 17, 17) . Τι μάθημα! Για να αναγγείλει το Ευαγγέλιο στους ανθρώπους της σημερινής εποχής η Εκκλησία πρέπει να είναι προσεκτική στις διάφορες όψεις των πολιτισμών τους και στα μέσα της Επικοινωνίας τους, χωρίς αυτό να οδηγήσει στην αλλοίωση του μηνύματός της ή να ελαχιστοποίησει την έννοια και την αξία του. “Ο χριστιανισμός της νέας χιλιετίας πρέπει να απαντήσει όλο και καλύτερα σ’ αυτή την απαίτηση της ενσωμάτωσης στους πολιτισμούς” (Νοvο millennio ineunte, παρ. 40). Η διδασκαλική ομιλία του Παύλου καλεί τους μαθητές του Χριστού να εισέλθουν σε ένα διάλογο πραγματικά ιεραποστολικό με τους συγχρόνους τους, με το σεβασμό σε ό,τι αυτοί είναι, αλλ’ επίσης με μια πρόταση σαφή και δυνατή του Ευαγγελίου, ως και των επιπτώσεων και απαιτήσεων στη ζωή των προσώπων.
4. Αδελφοί και Αδελφές, η χώρα σας χαίρει μιας μακράς παράδοσης σοφίας και ανθρωπισμού. Από τη γένεση του χριστιανισμού, οι φιλόσοφοι αφοσιώθηκαν στο “να προβάλουν το δεσμό που υπάρχει μεταξύ της λογικής και της θρησκείας […] Εργάσθηκαν έτσι σε ένα δρόμο ο οποίος, εγκαταλείποντας τις επί μέρους αρχαίες παραδόσεις, κατέληγε σε μια επεξεργασία που ανταποκρινόταν στις απαιτήσεις της παγκόσμιας λογικής” (Fides et ratio, παρ. 36). Η εργασία αυτή των φιλοσόφων και των πρώτων χριστιανών απολογητών επέτρεψε ν’ ανοίξουν, ακολουθώντας τον άγιο Παύλο και την ομιλία του στην Αθήνα, ένα καρποφόρο διάλογο μεταξύ χριστιανικής πίστεως και της φιλοσοφίας.
Ακολουθώντας το παράδειγμα του αγίου Παύλου και των πρώτων κοινοτήτων, επείγει να αναπτύξουμε τις ευκαιρίες διαλόγου με τους συγχρόνους μας, ιδιαίτερα στους τόπους όπου διακυβεύεται το μέλλον του ανθρώπου και της ανθρωπότητας, ώστε οι αποφάσεις που λαμβάνονται να μην καθοδηγούνται αποκλειστικά από πολιτικά και οικονομικά συμφέροντα που παραβλέπουν την αξιοπρέπεια των προσώπων και τις απαιτήσεις που συνεπάγονται, αλλά να υπάρχει το συμπλήρωμα ψυχής που υπενθυμίζει την εξαίρετη θέση και την αξία του ανθρώπου· οι αρεοπάγοι που σήμερα προτρέπουν τη μαρτυρία των χριστιανών είναι πολλοί (πρβλ. Redemptoris missio, παρ. 37)· σας ενθαρρύνω να είστε παρόντες μέσα στον κόσμο· όπως ο προφήτης Ησαΐας, οι χριστιανοί είναι εκείνοι που έχουν τεθεί στην κορυφή του τείχους για να φρουρούν επάλξεις άγρυπνοι (πρβλ. Ησ. 21, 11-12), για να διακρίνουν τα ανθρώπινα τεχνάσματα των σημερινών καταστάσεων, για να διαβλέπουν μέσα στην κοινωνία τους σπόρους ελπίδας και για να δείχνουν στον κόσμο το φως του Πάσχα, που φωτίζει ως μια νέα ημέρα όλες τις ανθρώπινες πραγματικότητες.
Οι Κύριλλος και Μεθόδιος, οι δύο αδελφοί της Θεσσαλονίκης, άκουσαν το κάλεσμα του Κυρίου: “Πορευθέντες εις τον κόσμον άπαντα κηρύξατε το ευαγγέλιον πάση τη κτίσει” (Μκ. 16, 16). Ξεκινώντας προς συνάντηση των σλαβικών λαών, κατόρθωσαν να τους φέρουν το Ευαγγέλιο στη δική τους γλώσσα. Οχι μόνο “εξεπλήρωσαν την αποστoλή τους σεβόμενοι απόλυτα τον πολιτισμό που υπήρχε ήδη στους σλαβικούς λαούς, αλλά τον υποστήριξαν και ανέπτυξαν ακούραστα κατά τρόπο εξαίσιο συγχρόνως με τη θρησκεία” (Slavoroum apostoli, παρ. 26). Είθε το παράδειγμα και η προσευχή τους να βοηθήσουν να απαντήσουμε πάντα καλύτερα στην απαίτηση της ενσωμάτωσης στον πολιτισμό και να χαρούμε για το κάλλος αυτής της πολύμορφης όψης της Εκκλησίας του Χριστού!
5. Στην προσωπική του εμπειρία ως χριστιανού και του αποστολικού λειτουργήματος του, ο Παύλος κατενόησε ότι μόνον ο Χριστός είναι η οδός της σωτηρίας, εκείνος που, δια της χάριτος συμφιλιώνει τους ανθρώπους μεταξύ τους και με το Θεό. “Αυτός γαρ εστίν η ειρήνη ημών, ο ποιήσας τα αμφότερα εν και το μεσότοιχον του φραγμού λύσας” (Εφ. 2, 14). Ο Απόστολος γίνεται στη συνέχεια ο υπερασπιστής της ενότητας, στο εσωτερικό των κοινοτήτων ως και μεταξύ τους, καθότι εφλέγετο από “την μέριμναν πασών των Εκκλησιών” (πρβλ. Β΄ Κορ. 11, 28)!
Το πάθος της ενότητας της Εκκλησίας πρέπει να είναι όλων των μαθητών του Χριστού. “Δυστυχώς, η θλιβερή κληρονομία του παρελθόντος μάς ακολουθεί ακόμα πέραν από το κατώφλι της τρίτης χιλιετίας […], ένας μακρύς δρόμος παραμένει ακόμα να διανύσουμε” (Novo millennio ineunte, παρ. 48). Αλλά αυτό δεν θα πρέπει να μάς αποθαρρύνει· η αγάπη μας για τον Κύριο μάς ωθεί να εργασθούμε ακόμη περισσότερο προς όφελος της ενότητας. Για να κάνουμε νέα βήματα υπ’ αυτήν την έννοια, είναι σημαντικό να “ξεκινήσουμε από το Χριστό” (παραπάνω, παρ. 29).
“Στην προσευχή του Ιησού και όχι στις ικανότητές μας πρέπει να στηριχθεί η εμπιστοσύνη ώστε να μπορέσουμε να φθάσουμε μέσα στην ιστορία στην πλήρη και ορατή κοινωνία όλων των χριστιανών [. . .] είθε η ανάμνηση του καιρού όπου η Εκκλησία ανέπνεε με ‘δύο πνεύμονες’ να ωθήσει τους χριστιανούς Ανατολής και Δύσης να βαδίσουν μαζί στην ενότητα της πίστεως και στο σεβασμό των νομίμων διαφορών, αποδεχόμενοι αλλήλους και αλληλοστηριζόμενοι ως μέλη του μοναδικού Σώματος του Χριστού” (Novo millennio ineunte, παρ. 48)!
Η Παρθένος Μαρία συνόδευσε με την προσευχή και την παρουσία της τη ζωή και την αποστολή της πρώτης χριστιανικής κοινότητας γύρω από τους Αποστόλους (πρβλ. Πραξ 1, 14). Έλαβε μαζί με αυτούς το Πνεύμα της Πεντηκοστής! Είθε να επαγρυπνεί κατά την πορεία που οφείλουμε τώρα να διανύσουμε προς την πλήρη ενότητα με τους αδελφούς μας της Ανατολής και να επιτελέσουμε από κοινού με διάθεση και ενθουσιασμό, την αποστολή που ο Ιησούς Χριστός εμπιστεύθηκε στην Εκκλησία Του. Είθε η Παρθένος Μαρία, που τόσο τιμάται στη χώρα σας και κυρίως στα προσκυνήματα των νησιών, όπως της Παρθένου Ευαγγελίστριας στην Τήνο και υπό την επωνυμία της Παναγίας της Φανερωμένης στη Σύρο, να μάς οδηγεί πάντα προς τον Υιό της Ιησού (πρβλ. Ιω 2, 5). Ο Χριστός είναι “το φως το αληθινόν το φωτίζον πάντα άνθρωπον, ερχόμενον εις τον κόσμον” (Ιω 1,9)!
Δυνατοί από την ελπίδα που μάς έρχεται από το Χριστό και ενισχυόμενοι από την αδελφική προσευχή όσων μάς προηγήθηκαν στην πίστη, ας συνεχίσουμε το επίγειο προσκύνημά μας ως αληθινοί αγγελιοφόροι του Ευαγγελίου, χαρούμενοι από την πασχαλινή δοξολογία που κατοικεί στις καρδιές μας και με την επιθυμία να την μοιρασθούμε με όλους:
“Αινείτε τον Κύριον πάντα τα έθνη, επαινέσατε αυτόν, πάντες οι λαοί, ότι εκραταιώθη το έλεος αυτού εφ’ ημάς, και η αλήθεια αυτού μένει εις τον αιώνα!” (Ψαλ. 116).
Αμήν.