ΙΕΡΑ ΣΥΝΟΔΟΣ
ΚΑΘΟΛΙΚΗΣ ΙΕΡΑΡΧΙΑΣ ΕΛΛΑΔΟΣ
Προς όσους ασκούν φιλανθρωπικό έργο
στο όνομα της Εκκλησίας.
Αθήνα, 9 Σεπτεμβρίου 2005
Αγαπητοί μας,
1. Κάθε μέρα διαπιστώνουμε ότι, παρ’ όλη την πρόοδο της επιστήμης και της τεχνολογίας (που θα έπρεπε να εξαφανίζει τη δυστυχία), μία μεγάλη μερίδα ανθρώπων είναι θύματα πολλών μορφών εξαθλίωσης, ηθικής και πνευματικής. Όμως συναντάμε και κάτι το ευχάριστο: μια νέα θέληση να προσφέρει κανείς βοήθεια στον αδελφό του που βρίσκεται στην ανάγκη. Αυτό είναι ένα ενθαρρυντικό στοιχείο της εποχής μας. Θα λέγαμε ότι πρόκειται για μία θετική όψη της εκκοσμίκευσης. Σήμερα υπάρχουν πάρα πολλές μορφές ανθρώπινης βοήθειας όπως διανομή τροφής, ένδυσης, προσφορά στέγης, ακόμη και θερμή υποδοχή για όσους στερούνται κατοικία ή πατρίδα.
Α. Η ευαισθητοποίηση για την καταπολέμηση των μορφών δυστυχίας.
2. Πράγματι, στην εποχή μας, συγκινεί η προθυμία να προσφερθεί βοήθεια σε στιγμές μαζικής ανάγκης. Αμέσως δημιουργείται μία κινητοποίηση για να αντιμετωπισθούν, με ό,τι διαθέτει ο καθένας, τουλάχιστον οι πρώτες ανάγκες (π.χ. για τα θύματα από το τσουνάμι, μόνο οι καθολικές οργανώσεις, συγκέντρωσαν 500.000.000 δολάρια). Με αυτό τον τρόπο η ευαισθητοποίηση, έστω και αν γεννιέται από τη λύπηση, διαπλατύνεται. Ως Χριστιανοί χαιρόμαστε γι’ αυτήν την ευαισθητοποίηση για την καταπολέμηση των πολλαπλών μορφών δυστυχίας. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι σε στιγμές μαζικής συμφοράς καμιά εντολή του Κυρίου δεν βρήκε τόσο μεγάλη απήχηση στην ανθρωπότητα όσο το «αγάπα τον πλησίον σου».
3. Διαπιστώνουμε ακόμη ότι πολλοί κοινωνικοί θεσμοί έχουν μάθει να μιμούνται τη χριστιανική συμπεριφορά (τελευταίο παράδειγμα με το τσουνάμι: πολλοί κινητοποιήθηκαν για να βοηθήσουν). Αυτό όμως περιέχει τον κίνδυνο που μπορεί να μας παρασύρει: η εντολή της αγάπης να μην εμπνέεται από το ευαγγελικό μήνυμα και να ξεχνιούνται οι βιβλικές ρίζες της χριστιανικής εντολής. Και αυτό συμβαίνει όταν η χριστιανική διακονία της έμπρακτης αγάπης αποδεσμεύεται από την αποστολή της Εκκλησίας με συμπεριφορές που την απομονώνουν από την υπόλοιπη δράση της.
Β. Η οργανωμένη φιλανθρωπική δράση.
4. Αυτό, συχνά δικαιολογείται από το γεγονός ότι η φιλανθρωπική δραστηριότητα σε πολλές χώρες, ιδιαίτερα του Δυτικού κόσμου, υπεισέρχεται σε τομείς της ανθρώπινης ζωής που συνδέονται με το αστικό δίκαιο, με τα κοινωνικά καθήκοντα και με την ευθύνη του κράτους πρόνοιας να εξασφαλίζει ποιότητα ζωής. Αυτό έχει άλλες συνέπειες: η οργανωμένη φιλανθρωπική δράση δεν εννοείται πλέον χωρίς επαγγελματικές γνώσεις, διότι τις απαιτεί η διαχείριση του δημοσίου χρήματος. Στο να επιχορηγείς, ή, στο να δίνεις λογαριασμό για ότι έλαβες, χρειάζεται διαφάνεια. Σ’ αυτό δεν υπάρχει τίποτα το κακό. Μάλλον σ’ αυτή την περίπτωση η διαχείριση του δημοσίου χρήματος ασκείται με μεγαλύτερο έλεγχο και έτσι αυξάνεται η ασφάλεια ότι τα χρήματα που δόθηκαν, θα φθάσουν πραγματικά σ’ εκείνους για τους οποίους δόθηκαν και θα αποφεύγονται αποτυχίες. Μπορούμε να πούμε ότι σ’ αυτή την περίπτωση η «καταραμένη» γραφειοκρατία έχει το θετικό να προφυλάσσει από παραστρατήματα.
5. Από την άλλη πλευρά όμως, και σ’ αυτή την περίπτωση πρέπει να προσέξουμε, εμφανίζεται ο κίνδυνος μείωσης της αξίας της χριστιανικής αγάπης. Όταν δεν είναι αρκετός ο εθελοντισμός δημιουργείται πολύ γρήγορα μια δομή από υπαλλήλους. Η δέσμευση των υπαλλήλων με τη φιλανθρωπική οργάνωση μετατρέπεται σε ένα οποιοδήποτε επάγγελμα που ναι μεν τους εξασφαλίζει τον «επιούσιον» με σταθερούς μισθούς, με υποχρεώσεις, αλλά και με δικαιώματα τα οποία, σε περίπτωση διαφωνίας, διεκδικούνται με την αυστηρότερη ερμηνεία του αστικού εργατικού νόμου σε βάρος της φιλανθρωπικής οργάνωσης.
6. Συχνά λαμβάνονται ως υπόδειγμα αυτού του τρόπου οργάνωσης οι οικονομικά δυνατές χώρες και, συχνότατα, γρήγορα ή αργά, οδηγούνται σε «πτώχευση», σε δρόμο χωρίς διέξοδο, όταν οι χορηγοί παύουν να τις επιχορηγούν ή να λιγοστεύουν την οικονομική βοήθεια.
Γ. Η φιλανθρωπική δράση της Εκκλησίας αντανάκλαση της αγάπης του Θεού για τον άνθρωπο.
7. Σ’ αυτούς τους προβληματισμούς, προστίθενται και άλλοι για μας που είμαστε Εκκλησία και θέλουμε η φιλανθρωπία που ασκούμε να είναι μια αντανάκλαση της αγάπης του Θεού για τον άνθρωπο με ευαγγελικό περιεχόμενο. Αν δεν προσέχουμε, βαθμιαία οδηγούμαστε σε μια αλλαγή των κινήτρων που μας ωθούν να ασκούμε την φιλανθρωπία: π.χ. αν η ικανότητα της οργάνωσης τίθεται ως πρώτος στόχος (εξ’ ου και ο πολλαπλασιασμός υπαλλήλων και κατά συνέπεια η μεγαλύτερη δαπάνη λειτουργίας), επισκιάζεται το ουσιώδες νόημα της δράσης της αγάπης και έρχεται να εκλείψει ο χαρακτήρας του «σημείου» που πρέπει να έχει η ανθρωπιστική βοήθεια στο χώρο της αποστολής της Εκκλησίας. Αν λείπει η αξία του «σημείου» της φιλανθρωπικής δέσμευσης, η δραστηριότητα της Εκκλησίας χάνει την θεμελιακή της διάσταση και δεν διαφέρει από την δραστηριότητα άλλων ανθρωπιστικών οργανισμών ή οργανώσεων (π.χ. του Ερυθρού Σταυρού, ή μιας άλλης οποιασδήποτε φιλανθρωπικής οργάνωσης μη κυβερνητικού χαρακτήρα). Η φιλανθρωπική δράση της Εκκλησίας κινδυνεύει να χάσει εντελώς τις χριστιανικές της ρίζες.
8. Δυστυχώς παρόμοιοι φόβοι δεν είναι απλά καρπός της φαντασίας. Συναντάμε πολλά παραδείγματα που μας οδηγούν να σκεπτόμαστε ότι η φιλανθρωπική μας δράση είναι μια απλή ανθρωπιστική δράση που δεν εμπνέεται από το Ευαγγέλιο και συχνά σταματά στο «μόνο με το ψωμί ζει ο άνθρωπος», ενώ το Ευαγγέλιο λέει το αντίθετο (Μτ 4,4).
9. Μην ξεχνάμε ότι υπάρχει πάντοτε ο κίνδυνος, η φιλανθρωπική δράση της Εκκλησίας να επηρεάζεται από το πνεύμα της εκκοσμίκευσης που, δυστυχώς, υπεισέρχεται και σε άλλους τομείς της δράσης της Εκκλησίας.
Δ. Θεμέλιο της φιλανθρωπικής δράσης ο Λόγος του Θεού.
10. Πρέπει να έχουμε πάντοτε υπόψη μας ότι, για μας τους χριστιανούς, ο Λόγος του Θεού είναι το θεμέλιο της ύπαρξης και της δράσης της φιλανθρωπικής μας αποστολής. Ο Ιησούς ωθεί στην αγάπη τους μαθητές του με μία εντολή που έχει δύο σκέλη: Θα αγαπήσεις τον Κύριο το Θεό σου με όλη την καρδιά σου, με όλη την ψυχή σου, με όλη τη διάνοιά σου… Θα αγαπήσεις τον πλησίον σου όπως τον εαυτό σου» (Μτ 22,37-39).
11. Η διπλή εντολή της αγάπης ναι μεν υπήρχε στην Παλαιά Διαθήκη, αλλά, μας λένε οι μελετητές της Γραφής, ότι ο Ιησούς ένωσε τα δύο σκέλη, μας έδωσε μία ενιαία εντολή και την κατέστησε ενωτική αρχή για τη συμπεριφορά των μαθητών του. Αγάπη προς το Θεό και αγάπη προς τον πλησίον έχουν εντελώς την ίδια αξία και δεν χωρίζονται ποτέ. Δεν χωρίζονται ιδιαίτερα στη φιλανθρωπική δράση.
12. Δεν μπορούμε να απαιτούμε να προσφέρουμε σωτηρία στους ανθρώπους που υποφέρουν χωρίς να αφήνουμε το Λόγο του Θεού να μας οδηγεί σ’ αυτή τη δραστηριότητά μας.
13. Το 2ο Κεφάλαιο του Ευαγγελίου κατά Μάρκο αρχίζει με την περιγραφή της θεραπείας ενός παραλύτου. Τον ασθενή τον κατεβάζουν από τη στέγη μπροστά στον Ιησού (Μκ 2,1-12). Αυτό που ωθεί τον Ιησού να δράσει προς όφελος του ασθενούς είναι η πίστη εκείνων που είχαν αναλάβει τη φροντίδα του. Συγκινημένος, ο Ιησούς προφέρει το λόγο που του δίνει την υγεία: «σου συγχωρούνται οι αμαρτίες» («Αφίενταί σου αι αμαρτίαι». Λέγοντας έτσι ο Ιησούς τονίζει το γεγονός ότι η πρώτη ανάγκη του ανθρώπου, πριν ακόμη και από τις υλικές ανάγκες, είναι η πνευματική υγεία διότι ακριβώς η αμαρτία είναι η αιτία κάθε κακού για τον άνθρωπο, ακόμη και του σωματικού πόνου. Πράγματι, η πιο βαθιά αιτία της δυστυχίας και του πόνου του ασθενούς είναι ίδια σε όλους: η ανάγκη που έχει κάθε άνθρωπος να λάβει συγχώρεση και να αισθανθεί αγάπη. Ο διάλογος που ακολουθεί μεταξύ του Ιησού και του παραλύτου φανερώνει τη λογική του Ιησού. Η δωρεά της ίασης είναι σημείο ενός δώρου μεγαλύτερου που συνδέεται με την ολοκληρωμένη σωτηρία του ανθρώπου σε όλες τις διαστάσεις της. Αυτό το δώρο δεν είναι άλλο παρά η ίδια η παρουσία του Ιησού. Ιδού γιατί ο χριστιανός, που θέλει να ευθυγραμμίζεται με τη συμπεριφορά του Ιησού, δεν μπορεί να θεωρεί την υπηρεσία στον πτωχότερο αδελφό ανεξάρτητη από την αγγελία που είναι ο ίδιος ο Χριστός, ο μόνος που μπορεί να απαντήσει στις ριζικές ανάγκες του ανθρώπου. Υλική βοήθεια και αγγελία του Ευαγγελίου διαπλέκονται αμοιβαία.
14. Στο 4ο Ευαγγέλιο, η σωτήρια δράση του Ιησού τίθεται άμεσα και με τρόπο πιο εμφανή σε σχέση με την πίστη, γι’ αυτό ονομάζει «σημεία» εκείνα που κοινώς λέμε «θαύματα». Αυτά τα σημεία, που θέτει ο Ιησούς με τη δράση του, έχουν σκοπό να στηρίζουν και να επιβεβαιώνουν το σωτήριο μήνυμα που αναγγέλλει και αποκαλύπτουν το νόημα της μεσσιανικής αποστολής του.
Ο Ιησούς δεν είναι ένας «θαυματουργός» που θέλει να ελκύσει την προσοχή του κόσμου με εντυπωσιακές κινήσεις. Ο σκοπός της αποστολής του δεν είναι η εξαφάνιση της δυστυχίας ή των σωματικών ελαττωμάτων των ατόμων που συναντά στο πέρασμά του. Οι πράξεις του είναι σημεία που αναγγέλλουν τη σωτηρία που δίδεται χάρη στην πίστη, ως εμπιστοσύνη σ’ Αυτόν. Όποιος φροντίζει τους ασθενείς και τους φτωχούς καλείται πρώτ’ απ’ όλα να πιστεύει στον Ιησού και να τον ακολουθεί. Επομένως όλες οι πράξεις του έχουν σκοπό την αγγελία της Βασιλείας του Θεού. Ιδού γιατί ο Ιησούς δε γιατρεύει ποτέ ασθενείς αν πρώτα δεν του το ζητήσουν: μόνο η πίστη γιατρεύει και σώζει.
Ε. Με τη φιλανθρωπική δράση μαρτυρούμε την παρουσία του Ιησού ανάμεσά μας.
15. Η δύναμη και το μεγαλείο των «σημείων» και των έργων του Ιησού δεν μπορεί να μη δημιουργήσει σ’ εμάς, που καλούμαστε να μαρτυρούμε σήμερα την παρουσία Του, μια σοβαρή πρόκληση για την Πίστη. Σ’ αυτή την πρόκληση εμπλέκονται περισσότερο εκείνοι που καθημερινά ασχολούνται, στο όνομα της Εκκλησίας, με τις υλικές, σωματικές και πνευματικές ανάγκες του ανθρώπου.
16. Αναμφίβολα όποιος ασχολείται με τις ανάγκες των άλλων δεν πρέπει να υπολογίζει το θρησκευτικό πιστεύω του άλλου. Κάθε αδελφός, ανεξάρτητα από το πιστεύω, την εθνικότητα, τη φυλή, το χρώμα του δέρματός του, μόνο και μόνο επειδή βρίσκεται στην ανάγκη, είναι αντικείμενο της φιλανθρωπικής δράσης της Εκκλησίας. Το παράδειγμα της Μητέρας Θηρεσίας της Καλκούτας είναι το καλύτερο υπόδειγμα για τον τρόπο που προσφέρεται η αγάπη και γίνεται έργο προς όφελος των πτωχότερων αδελφών, χωρίς θρησκευτικές διακρίσεις, χωρίς ευσεβισμούς, και προπάντων χωρίς κρυφές τάσεις προσηλυτισμού αλλά με πιστότητα στην εντολή της αγάπης του Χριστού.
17. Συχνά, απ’ όσους ασχολούνται με την φιλανθρωπική δραστηριότητα της Εκκλησίας, τους ακούμε να εκθειάζουν τη τρίτη διάσταση της δραστηριότητας της Εκκλησίας που είναι η «αγάπη» ως υπηρεσία στον αδελφό που βρίσκεται σε κατάσταση ανάγκης. Δεν πρέπει όμως να ξεχνούν ότι η τρίτη διάσταση δεν είναι απομονωμένη από τις άλλες δύο διαστάσεις (το κήρυγμα και τη λατρεία), αλλά, σαν συγκοινωνούντα δοχεία επηρεάζονται μεταξύ τους το ένα από το άλλο. Η φιλανθρωπική δράση της Εκκλησίας γεννιέται, ως καρπός, από το Λόγο του Θεού και τη θεία Λατρεία.
18. Αναμφίβολα η βοήθεια που προσφέρεται στον αδελφό που βρίσκεται σε κατάσταση ανάγκης φθάνει σ’ αυτόν, και λιγοστεύει τη δυστυχία του και τον πόνο του, ακόμη και αν αυτή η προσφορά γίνεται χωρίς πίστη και χωρίς χριστιανικές αρχές, με θεμέλιο απλώς ανθρωπιστικό. Εμείς όμως οι χριστιανοί δεν μπορούμε να δεσμευθούμε μόνο σ’ αυτό, χωρίς να δίνουμε στη φιλανθρωπική μας δράση μία χριστιανική ψυχή. Η φιλανθρωπία που προσφέρουμε πρέπει να έχει τις ρίζες της στην αγάπη του Θεού, και να είναι μια αντανάκλαση αυτής της αγάπης.
Στ. Θα προσφέρουμε την αγάπη μας ακόμη και αν αυτός που τη λαβαίνει δεν αναγνωρίζει το καλό που του προσφέρουμε.
19. Μόνο αν γίνεται με αυτό το πνεύμα δεν θα έχουμε απαιτήσεις από τον φτωχό. Θα συνεχίσουμε να του προσφέρουμε τη βοήθειά μας ακόμη και αν αυτός δεν αναγνωρίζει το καλό που του προσφέρουμε, ή ακόμη και αν μας προσβάλλει. Θα τον αγαπάμε πάντοτε διότι δεν μπορούμε ποτέ να τον αποκλείσουμε από την αγάπη μας όπως και ο Θεός δεν αποκλείει κανένα από την αγάπη του.
20. Το χριστιανικό πνεύμα θα μας ωθεί και σε κάτι άλλο: να κάνουμε το καλό πάντοτε με τρόπο καλό. Μην ξεχνάμε ποτέ ότι ο τρόπος με τον οποίο προσφέρουμε βοήθεια έχει μεγαλύτερη αξία από την ίδια την υλική βοήθεια που προσφέρουμε.
Ζ. Προώθηση του χριστιανικού πνεύματος της αγάπης.
21. Με την παρούσα επιστολή μας, θέλουμε να προτείνουμε σε όσους ασκούν φιλανθρωπικό έργο στο όνομα της Εκκλησίας, ιδιαίτερα στο Διοικητικό Συμβούλιο της Κάριτας Ελλάς, που αποτελεί το επίσημο όργανο της Συνόδου της Ιεραρχίας για τη φιλανθρωπία, να εντείνουν τις προσπάθειές τους και να στρέψουν την προσοχή τους προς τη κατεύθυνση που υποδεικνύουμε, ώστε η φιλανθρωπική δράση της Εκκλησίας να έχει πάντοτε τη χριστιανική ψυχή όπως την περιγράφουμε. Οι τρόποι είναι πολλοί, π.χ. επιμορφωτικά σεμινάρια για τα μέλη, ομιλίες, πνευματικές ασκήσεις και άλλα. Δόξα τω Θεώ, υπάρχουν αρκετοί χώροι που μπορούν να βοηθήσουν σ’ αυτό, όπως των ππ. Ιησουιτών στην Οινόη, των ππ. Δομινικανών στα Μέγαρα, της Μονής της Παμμακαρίστου στην Κιφησιά, αλλά και εκείνοι των Αρχιεπισκοπών Κερκύρας στη Μεσογγή, Νάξου-Τήνου στη Νάξο και στα Λουτρά Τήνου, των Επισκοπών Σύρου στην Ποσειδωνία, Θήρας στα Φηρά, Κρήτης στα Χανιά, και αλλού….
Η. Η Ιεραρχία σας ευγνωμονεί.
22. Συγχαίρουμε και ευχαριστούμε όλες τις φιλανθρωπικές οργανώσεις της Εκκλησίας μας για τη βοήθεια που προσφέρουν σε πολλούς αδελφούς που βρίσκονται στην ανάγκη: για τη τροφή, την ένδυση, την υποδοχή, συχνά για τη στέγη που προσφέρουν στον άστεγο, για τη παρηγοριά που προσφέρουν στο φυλακισμένο, για την προστασία που εξασφαλίζουν στον ασθενή. Όλες είναι πολύτιμες και άγιες πράξεις που ο Κύριος ανταμείβει πάντοτε.
Με την ευχή μας, για κάθε καλό,
Οι Επίσκοποί σας
+ Φραγκίσκος,
Επίσκοπος Σύρου, Θήρας,
και Αποστολικός Τοποτηρητής Επισκοπής Κρήτης,
Πρόεδρος
+ Νικόλαος,
Αρχιεπίσκοπος των εν Αθήναις Καθολικών
και Αποστολικός Τοποτηρητής Αρχιεπισκοπής Ρόδου.
+ Νικόλαος,
Αρχιεπίσκοπος Νάξου – Τήνου – Άνδρου – Μυκόνου
και Αποστολικός Τοποτηρητής Επισκοπής Χίου.
+ Ιωάννης,
Αρχιεπίσκοπος Κερκύρας – Ζακύνθου – Κεφαλληνίας
και Αποστολικός Τοποτηρητής του Αποστολικού Βικαριάτου Θεσσαλονίκης
+ Ανάργυρος,
Έξαρχος Ελληνορρύθμων Ελλάδος
Έξαρχος Αρμενίων Καθολικών Ελλάδος,